Πέμπτη 15 Ιανουαρίου 2015

Τρεις λέξεις για τους νεκρούς και για τους ζωντανούς (αναδημοσίευση)

του Ετιέν Μπαλιμπάρ
από RedNoteBook
Το άρθρο του Ετιέν Μπαλιμπάρ, με τίτλο Trois mots pour les morts et pour lesvivants, δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Libération στις 9 Ιανουαρίου 2015. 
Μετάφραση: Νίκος Σκοπλάκης

Ένας παλιός φίλος από την Ιαπωνία, πρώην καθηγητής στο πανεπιστήμιο Τοντάι, ο Χαρουχίσα Κάτο, μου έγραψε το εξής: «Είδα τις εικόνες πένθους σε ολόκληρη τη Γαλλία. Συγκλονίστηκα βαθιά απ’ αυτές. Σε βάθος χρόνου, μου άρεσαν πολύ τα λευκώματα του Βολινσκί. Είμαι ανέκαθεν συνδρομητής του Canard enchaîné. Κάθε εβδομάδα, εκτιμώ τα σκίτσα του «Beauf» από τον Καμπύ. Έχω πάντα πλάι στο γραφείο μου το λεύκωμα «Ο Καμπύ και το Παρίσι», από το οποίο είναι αξιοθαύμαστα πολλά σκίτσα κοριτσιών από την Ιαπωνία, τουρίστριες που ανθίζουν στα πεδία των Ηλυσίων». Αλλά παρακάτω, αυτή η επιφύλαξη: «Το κύριο άρθρο της 1ης Ιανουαρίου στον Monde άρχιζε με τούτες τις λέξεις: “ένας καλύτερος κόσμος; αυτό προϋποθέτει την εντατικοποίηση της πάλης εναντίον του ισλαμικού κράτους και της τυφλής βαρβαρότητάς του”. Θορυβήθηκα πολύ από την επιβεβαίωση, αρκούντως αντιφατική μου φαίνεται, πως πρέπει να περάσουμε πόλεμο για να έχουμε ειρήνη!».

Κι άλλοι επίσης μου γράφουν από παντού: Τουρκία, Αργεντινή, Η.Π.Α… Όλοι εκφράζουν τη συμπάθεια και την αλληλεγγύη, αλλά συνάμα και την ανησυχία τους: για την ασφάλειά μας και για τη δημοκρατία μας, για τον πολιτισμό μας, θα έλεγα και για την ψυχή μας. Είναι σ’ αυτούς που θέλω να απαντήσω, συγχρόνως με την πρόσκληση της Libération. Είναι δίκαιο να εκφράζονται οι διανοούμενοι χωρίς προνόμια, κυρίως χωρίς το προνόμιο μιας ιδιαίτερης διαύγειας, αλλά και δίχως δισταγμό, δίχως υπολογισμό. Είναι λειτουργική υποχρέωση, ώστε ο λόγος να κυκλοφορεί στην πόλη την ώρα του κινδύνου. Σήμερα, στο κατεπείγον, δεν θέλω ν’ αρθρώσω παρά μόνο δυο-τρεις λέξεις:

Κοινότητα. Ναι, χρειαζόμαστε την κοινότητα: για το πένθος, για την αλληλεγγύη, για την προστασία, για τον στοχασμό. Αυτή η κοινότητα δεν είναι αποκλειστική, πιο συγκεκριμένα δεν είναι αποκλειστική για εκείνους ανάμεσα στους πολίτες, Γάλλους ή μετανάστες, που μια ολοένα και πιο τοξική προπαγάνδα, η οποία ανακαλεί τα πιο ολέθρια επεισόδια της ιστορίας μας, εξομοιώνει με εισβολείς και τρομοκράτες για να τους κάνει αποδιοπομπαίους τράγους των φόβων, της αποπτώχευσης ή των φαντασμάτων μας. Αλλά ούτε είναι αποκλειστική εκείνων που πιστεύουν στις θέσεις του Εθνικού Μετώπου ή που τους σαγηνεύει η πρόζα του Ουελμπέκ. Πρέπει, λοιπόν, να εξηγηθεί με τον εαυτό της. Και δεν σταματάει στα σύνορα, είναι τόσο έκδηλο πως το μοίρασμα των συναισθημάτων, των ευθυνών και των πρωτοβουλιών που ανακαλεί ο εν εξελίξει «παγκόσμιος εμφύλιος πόλεμος» πρέπει να γίνει από κοινού, σε διεθνή κλίμακα, κι αν είναι δυνατόν (σ’ αυτό το σημείο έχει απόλυτο δίκιο ο Εντγκάρ Μορέν), μέσα σ’ ένα πλαίσιο κοσμοπολιτισμού.

Γι’ αυτό η κοινότητα δεν συγχέεται με την «εθνική ενότητα». Αυτή η έννοια πρακτικά δεν εξυπηρέτησε ποτέ παρά ανομολόγητους στόχους: να επιβληθεί σιωπή στις ενοχλητικές ερωτήσεις και να πιστέψουμε στο αναπόφευκτο των μέτρων εξαίρεσης. Η ίδια η Αντίσταση (και εύλογα) δεν είχε επικαλεστεί αυτόν τον όρο. Και ήδη βλέπουμε πώς, κηρύσσοντας το εθνικό πένθος που είναι προνομία του, ο πρόεδρος της Δημοκρατίας το αξιοποίησε για να εισαγάγει επιτηδείως μια δικαιολόγηση των στρατιωτικών μας επεμβάσεων, που δεν είναι σίγουρο ότι δεν συνέβαλαν στη διολίσθηση του κόσμου στην παρούσα καμπή. Κατόπιν, έρχονται όλες οι φαλκιδευμένες συζητήσεις σχετικά με τα κόμματα που είναι «εθνικά» και εκείνα που δεν είναι, ακόμα κι αν φέρουν το όνομα. Θέλουμε, λοιπόν, να συναγωνιστούμε την κυρία Λεπέν;

Απερισκεψία. Ήταν απερίσκεπτοι οι σκιτσογράφοι του Charlie-Hebdo; Ναι, αλλά η λέξη έχει δύο σημασίες, περισσότερο ή λιγότερο εύκολα διακρινόμενες (και, ασφαλώς, υπεισέρχεται εδώ ένα μερίδιο υποκειμενικότητας). Περιφρόνηση του κινδύνου, προτίμηση της διακινδύνευσης, ηρωισμός, αν θέλετε. Αλλά επίσης αδιαφορία για τις ενδεχομένως καταστροφικές συνέπειες μιας υγιούς πρόκλησης: στις συγκεκριμένες συνθήκες, το αίσθημα ταπείνωσης εκατομμυρίων ανθρώπων, ήδη στιγματισμένων, που τους παραδίδει στη χειραγώγηση οργανωμένων φανατικών. Πιστεύω ότι ο Σαρμπ και οι σύντροφοί του υπήρξαν απερίσκεπτοι και με τις δύο σημασίες της λέξης. Σήμερα που αυτή η απερισκεψία τους κόστισε τη ζωή, αποκαλύπτοντας ταυτοχρόνως τον θανάσιμο κίνδυνο που διατρέχει η ελευθερία της έκφρασης, θέλω να σκέφτομαι μόνο την πρώτη πλευρά. Αλλά για το αύριο και το μεθαύριο (καθώς δεν θα είναι υπόθεση μιας μέρας), θα ήθελα να στοχαστούμε τον πιο ευφυή τρόπο για να διαχειριστούμε τη δεύτερη και την αντίθεσή της με την πρώτη. Δεν θα είναι κατ’ ανάγκη δειλία.

Τζιχάντ. Σκοπίμως στο τέλος, αρθρώνω τη λέξη που προκαλεί φόβο, διότι είναι καιρός να εξετάσουμε όλες τις προεκτάσεις της. Δεν διαθέτω παρά την αρχή μιας ιδέας γι’ αυτό το θέμα, αλλά τη θεωρώ σημαντική: η τύχη μας βρίσκεται στα χέρια των μουσουλμάνων, όσο αόριστη κι αν είναι αυτή η ονομασία. Γιατί; Επειδή είναι, βεβαίως, δίκαιο να προειδοποιούμε ενάντια στη σύγχυση και να είμαστε αντίθετοι με την ισλαμοφοβία, η οποία διατείνεται πως διαβάζει το κάλεσμα για φόνο στο Κοράνι ή στην προφορική παράδοση. Αλλά αυτό δεν θα είναι αρκετό. Στην εκμετάλλευση του ισλάμ από τα τζιχαντιστικά δίκτυα -που, ας μην το ξεχνάμε, έχουν ως κύρια θύματα τους μουσουλμάνους παντού στον κόσμο και στην ίδια την Ευρώπη-, δεν μπορεί ν’ απαντήσει παρά μια θεολογική κριτική και σε τελική ανάλυση μια μεταρρύθμιση του «κοινού νου» της θρησκείας, που να κάνει τον τζιχαντισμό αντι-αλήθεια στα μάτια των πιστών. Διαφορετικά, θα πιαστούμε όλοι στη θανάσιμη μέγγενη της τρομοκρατίας, η οποία είναι επιδεκτική στο να προσελκύει όλους τους ταπεινωμένους και προσβεβλημένους της κρισιακής κοινωνίας μας, και των ελευθεριοκτόνων πολιτικών ασφαλείας, οι οποίες υλοποιούνται από διαρκώς στρατιωτικοποιούμενα κράτη. Υπάρχει, λοιπόν, ευθύνη των μουσουλμάνων, ή καλύτερα, ένα χρέος που εναπόκειται σ’ αυτούς. Αλλά η ευθύνη είναι εξίσου δική μας. Όχι μόνον επειδή το «εμείς» για το οποίο μιλώ εδώ και τώρα περιλαμβάνει εξ ορισμού πολλούς μουσουλμάνους. Αλλά και διότι οι πιθανότητες μιας τέτοιας κριτικής και μιας τέτοιας μεταρρύθμισης, ήδη ισχνές, θα εκμηδενίζονταν κατευθείαν, αν συνεχίζαμε να βολευόμαστε για πολύ με τον λόγο του αποκλεισμού, του οποίου εκείνοι είναι γενικά, μαζί με τη θρησκεία και τους πολιτισμούς τους, ο στόχος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για οποιαδήποτε πληροφορία ή ερώτηση στείλτε email στο dikaexarchion@gmail.com.